Κονγκό, Δημοκρατία

Κονγκό, Δημοκρατία
Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Κονγκό Συμβατική ονομασία: Κονγκό-Μπραζαβίλ Παλαιότερη ονομασία: Γαλλικό Κονγκό (1910-60) / Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (1960-91) Έκταση: 324.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 2.958.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπραζαβίλ (1.169.000 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και το Καμερούν, στα Δ με την Γκαμπόν, στα ΝΑ και Α με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και στα ΝΔ με την Αγκόλα· στα ΝΔ επίσης βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Το Κ. έως το 1991 ήταν Λαϊκή Δημοκρατία, η οποία είχε δεχθεί αλλεπάλληλα πραξικοπήματα από τη δημιουργία της το 1960, όταν απέκτησε την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία. Περισσότερο είναι γνωστό ως Κονγκό-Μπραζαβίλ, σε αντιδιαστολή με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαΐρ), που είναι γνωστή ως Κονγκό-Κινσάσα.Η χώρα διαιρείται σε 9 διαμερίσματα και μία μητροπολιτική περιφέρεια (σε παρένθεση η γαλλική ονομασία, ο πληθυσμός και η πρωτεύουσα των διαμερισμάτων, σύμφωνα με πληθυσμιακές εκτιμήσεις του 2002), που είναι τα εξής: Μπουένζα (Bouenza, Μαντινγκού, 214.300 κάτ.), Κιβέτ (Cuvette, Οβάντο, 169.500 κάτ.), Κουιλού (Kouilou, Πουάντ-Νουάρ, 610.400 κάτ.), Λεκουμού (Lekoumou, Σιμπίτι, 82.900 κάτ.), Λικουάλα (Likouala, Ιμπφούντο, 88.200 κάτ.), Νιαρί (Niari, Λουμπόμο, 221.300 κάτ.), Πλατό (Plateaux, Ντζαμπάλα, 129.400 κάτ.), Πουλ (Pool, Κινκάλα, 207.900 κάτ.), Σανγκά (Sangha, Ουέσο, 65.100 κάτ.) και η μητροπολιτική περιφέρεια της Μπραζαβίλ (Brazzaville, Μπραζαβίλ, 1.169.000 κάτ.).Επίσημη γλώσσα είναι η γαλλική, υπάρχουν όμως και πολλές τοπικές διάλεκτοι μπαντού, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει η κικόνγκο. Ο πληθυσμός αποτελείται από πέντε βασικές εθνικές ομάδες, οι οποίες υποδιαιρούνται περίπου σε 75 υπο-ομάδες. Οι Κονγκό, η μεγαλύτερη ομάδα, αποτελούν περίπου το 48% του συνολικού πληθυσμού και καταλαμβάνουν την περιοχή ΝΔ και γύρω από την Μπραζαβίλ. Οι Βιλί (17%) κατοικούν στις ακτές του Ατλαντικού ωκεανού, οι Μποσί (12%) στα όρια μεταξύ της περιοχής της σαβάνας και των δασών και οι Σανγκά (20%) κατοικούν στα δάση του βορρά όπως και οι ολιγάριθμοι Πυγμαίοι (3%).Σύμφωνα με το σύνταγμα του 1992 το Κ. είναι πολυκομματική δημοκρατία. Η νομοθετική εξουσία ασκείται από την εθνοσυνέλευση η οποία αποτελείται από 125 μέλη με πενταετή θητεία και από τη γερουσία που απαρτίζεται από 60 μέλη με εξαετή θητεία. Αρχηγός του κράτους και επικεφαλής της κυβέρνησης είναι ο πρόεδρος, ο οποίος εκλέγεται απευθείας από τον λαό κάθε 7 χρόνια.Πρόεδρος της χώρας από το 1997 είναι ο Ντενίς Σασού-Νγκουέσο, επικεφαλής του Δημοκρατικού και Πατριωτικού Μετώπου (FDP). Άλλα σημαντικά κόμματα είναι το Κίνημα για τη Δημοκρατία και την Ανάπτυξη του Κονγκό (MCDDI) και η Ένωση για τη Δημοκρατική και Κοινωνική Πρόοδο (RDPS).Στο Κ. ισχύει ένα σύστημα νομικών κανόνων, του επονομαζόμενου κοινού δικαίου, που λειτουργεί σύμφωνα με τα πρότυπα του δικαίου των χωρών της δυτικής Ευρώπης· παράλληλα όμως ισχύει και το τοπικό εθιμικό δίκαιο που βασίζεται στις ιθαγενείς παραδόσεις. Οι δικαστές ορίζονται σε κάθε περιοχή ανάλογα με τις παραδοσιακές συνήθειες της εθνότητας ή της φυλής που την κατοικεί, ενώ η δικαιοδοσία τους περιορίζεται αποκλειστικά στον χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Στην κορυφή της πυραμίδας των δικαστηρίων που λειτουργούν βάσει του κοινού δικαίου βρίσκεται το ανώτατο δικαστήριο, με έδρα την Μπραζαβίλ, στην οποία υπάρχει και εφετείο. Το ανώτατο δικαστήριο λειτουργεί και ως συνταγματικό δικαστήριο. Εκτός από τα πολιτικά δικαστήρια, υπάρχουν δικαστήρια εργατικών διαφορών καθώς και ποινικά.Το 50% των κατοίκων είναι χριστιανοί (καθολικοί και προτεστάντες), το 47% ανιμιστές, ενώ υπάρχει και ένα μικρό ποσοστό (2%) μουσουλμάνων.Η παιδεία είναι υποχρεωτική και παρέχεται δωρεάν μέχρι την ηλικία των 16 ετών. Η βασική εκπαίδευση είναι εξαετής, ενώ η μέση επταετής (χωρίζεται σε δύο κύκλους των 4 και 3 ετών αντίστοιχα). Η τεχνική εκπαίδευση παρέχεται σε ειδικά κέντρα μαθητείας και επαγγελματικής κατάρτισης, ενώ η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται στο Εθνικό Πανεπιστήμιο του Κ., στην Mπραζαβίλ. Το ποσοστό του αναλφαβητισμού της χώρας υπολογίστηκε το 2001 στο 2%.Τα στρατιωτικά σώματα περιλαμβάνουν στρατό ξηράς, αεροπορία, ναυτικό, εθνική φρουρά και εθνική αστυνομία.Το 1999 αναλογούσε ένας γιατρός ανά περίπου 4.664 κατ.Γεωλογικά το έδαφος του Κ. εισέρχεται στον σχηματισμό της κονγκολέζικης λεκάνης, εκτεταμένης περιοχής καθίζησης που δημιουργήθηκε μεταξύ δευτερογενούς και τριτογενούς ως συνέπεια κάθετων κινήσεων, με τις οποίες συνδέθηκαν οι ορεινές περιφερειακές ράχες που την ορίζουν. Από δομικής πλευράς, όπως όλη η περιοχή του Κ., στηρίζεται σε μια μάζα προκάμβριων πετρωμάτων, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της αφρικανικής ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας. Η αρχαία επιφάνεια, που αποτελείται από σχίστες και κρυσταλλοπαγή πετρώματα, αναδύεται στις παρυφές της λεκάνης και παρουσιάζει τα τυπικά σημάδια μιας έντονης ωριμότητας, που οφείλεται σε μακροχρόνιες και αρχαίες διαδικασίες ισοπέδωσης. Στο δευτερογενές και στο τριτογενές παρατηρήθηκαν εκτεταμένες λιμναίες και θαλάσσιες ιζηματαποθέσεις, που οφείλονταν σε κατακλύσεις των ωκεάνιων υδάτων στη μεγάλη χαμηλή εσωτερική κόγχη, οι οποίες κάλυψαν όχι μόνο τον πυθμένα της λεκάνης αλλά και τα ανάγλυφα που την ορίζουν από Δ.Το έδαφος του Κ. εκτείνεται ανάμεσα στην κονγκολέζικη λεκάνη και στα ανατολικά υψίπεδα της Γκαμπόν, ενώ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό σε ένα περιορισμένο θαλάσσιο μέτωπο. Πρόκειται κυρίως για μια ηπειρωτική χώρα, που κατά μεγάλο μέρος εισέρχεται στη δυτική πλευρά της υδρογραφικής λεκάνης του ποταμού Κονγκό, προς τον οποίο χαμηλώνει σταδιακά με μια τυπική μορφολογία με ελαφρώς τονισμένες αναβαθμίδες. Τα υψίπεδα που χωρίζουν την παράκτια ζώνη από τις εσωτερικές λεκάνες σχηματίζουν μια ράχη με ανοιχτό περίγραμμα, που σε μερικές ζώνες αποκτά την όψη ορεινής αλυσίδας. Εκεί αναδύονται αρχαία εδάφη με πλούσια κοιτάσματα ορυκτών. Η ατλαντική πλευρά της ράχης διαρρέεται από ποταμούς που κατεβαίνουν προς την ακτή και προς το εσωτερικό, στη λεκάνη του Nιαρί, παραποτάμου του Kουιλού, η κοιλάδα του οποίου διευρύνεται σε ένα εκτεταμένο βαθύπεδο. Επιπλέον τα εσωτερικά υψίπεδα περιλαμβάνουν τα τρία πέμπτα του εδάφους του Κ. Πρόκειται για μια εκτεταμένη περιοχή που βρίσκεται σε μέσο υψόμετρο 300-400 μ., η οποία υψώνεται ανάμεσα στις λεκάνες του Γκαμπόν και του Κονγκού. Στο νότιο τμήμα εμποδίζει τον ρου του τελευταίου, που ωστόσο τη διαπερνά μέσω του επονομαζόμενου Οροπεδίου των Καταρρακτών (Plateau des Cataractes). Το κλίμα επηρεάζεται από την ισημερινή τοποθεσία της χώρας και χαρακτηρίζεται, όπως σε όλη τη μεγάλη κονγκολέζικη περιοχή, από ισχυρές βροχοπτώσεις, σχετικά σταθερές τιμές θερμοκρασίας και υψηλούς βαθμούς υγρασίας. Μόνο στο εσωτερικό τμήμα παρατηρούνται οι πρώτες εκφάνσεις ενός μεταβατικού κλίματος. Οι μέσες ετήσιες θερμοκρασίες κατά μήκος της παράκτιας λωρίδας διατηρούνται στους 25°C και μόλις ξεπερνούν τις θερμοκρασίες του εσωτερικού, όπου όμως παρατηρούνται σχετικά μεγάλες ημερήσιες θερμοκρασιακές διακυμάνσεις. Οι βροχοπτώσεις ρυθμίζονται κυρίως από δύο εποχές, μία περισσότερο ξηρή όταν ο ήλιος βρίσκεται στα Β του ισημερινού και μία βροχερή όταν ο ήλιος βρίσκεται στα Ν· οι βροχές, που εκδηλώνονται κυρίως από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο, είναι αιφνίδιες και χειμαρρώδεις. Συνολικά η συχνότητά τους είναι μεγαλύτερη στις κεντροδυτικές περιοχές (περισσότερα από 2.000 χιλιοστά ετησίως), ενώ στη ζώνη της Mπραζαβίλ οι βροχοπτώσεις διατηρούνται σε μια μέση ετήσια τιμή 1.300-1.400 χιλιοστών.Η βλάστηση παρουσιάζει ποικίλες όψεις και κυρίως περιλαμβάνει τρεις ευδιάκριτα χωρισμένες ζώνες. Υπάρχει προπάντων η ζώνη του υγρού δάσους αειθαλών, που εκτείνεται στην υποπαράκτια ράχη, σε μεγάλο μέρος του εσωτερικού υψιπέδου και στην πεδιάδα στα ΒΔ του Κονγκού. Πρόκειται για ένα δάσος πλούσιο σε γιγαντιαία και πολύτιμα είδη: ανάμεσα στα τυπικά δέντρα περιλαμβάνονται το οκουμέ, το μαόνι, ο έβενος, το όμπα, το καπόκ, η κεντελίμπα, καθώς και διάφορα είδη φοινίκων. Στις λιγότερο βροχερές περιοχές του υψιπέδου και κατά μήκος του τόξου του Κονγκού, στα Ν της συμβολής του με τον Λεφινί, εκτείνεται η σαβάνα: οι δενδρώδεις ζώνες συμπεριλαμβάνουν λιβάδια με ψηλές πόες, ενώ το δάσος επανεμφανίζεται κατά μήκος των ποταμών (δάση που σχηματίζουν στοές). Κατά μήκος του ρου του Κονγκού-Oυμπανγκί οι χαμηλές ζώνες, που κατακλύζονται από τα νερά στις περιόδους των πλημμύρων, καλύπτονται από ποώδη, αμφίβια βλάστηση, η οποία διακόπτεται από δασικές εκτάσεις. Στη σαβάνα επικρατεί ποικιλομορφία ως προς την πανίδα, που περιλαμβάνει αντιλόπες, καμηλοπαρδάλεις, τσιτάχ και πολυάριθμα είδη πτηνών και ερπετώνΗ χώρα αποστραγγίζεται από τον ποταμό Κονγκό, με εξαίρεση την παράκτια περιοχή, που ανήκει στη λεκάνη του Nιαρί-Kουιλού, και χωρίζεται από τη λεκάνη του Κονγκού από ένα χαμηλό κατώφλι που αντιστοιχεί κατά ένα μέρος στο έδαφος της Αγκόλα.Οι πρώτοι κάτοικοι που εγκαταστάθηκαν σχεδόν σε ολόκληρη τη λεκάνη του Κ. ήταν οι Πυγμαίοι. Ωστόσο, από την αρχαιότητα παρατηρήθηκε σταδιακή διείσδυση μαύρων λαών, που κατέφθαναν από τον βορρά, ωθούμενοι από το κύμα των μαζικών μεταναστεύσεων των φυλών που ζούσαν στην περιοχή του Σουδάν. Εξάλλου, τα ανατολικά και νότια διαμερίσματα του σημερινού Κ. δέχτηκαν και τις πιέσεις των Mπαντού, που προέρχονταν είτε από την περιοχή των Μεγάλων Λιμνών είτε από τα υψίπεδα της νότιας Αφρικής. Σήμερα, οι αυτόχθονες Πυγμαίοι δεν ξεπερνούν τους 20.000. Οι σημαντικότεροι λαοί της χώρας ανήκουν στην ευρεία ομάδα των Μπαντού, που αποτελούν σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού, ενώ οι φυλές της χώρας ξεπερνούν τις πενήντα. Στα αστικά κέντρα και κυρίως στην Μπραζαβίλ έχουν γίνει πάρα πολλές επιμειξίες, με αποτέλεσμα να καθίσταται δύσκολη η κατάταξη του πληθυσμού σε συγκεκριμένους ανθρώπινους τύπους. Οι κύριες φυλετικές ομάδες στις οποίες υποδιαιρούνται οι Mπαντού είναι οι Mπα, οι Mπακόνγκο, οι Mπακότα, οι Mπαντούμα, οι Mπαμπανγκί και οι Mπατέκε. Σουδανικού τύπου λαοί, αντίθετα, είναι οι μικροί πληθυσμιακοί πυρήνες των Mπάγια και των Mπάντα, που ζουν κυρίως στα βόρεια άκρα της χώρας.Το Κ. είναι χώρα κατεξοχήν δασώδης και ιδιαίτερα αραιοκατοικημένη: η μέση πυκνότητα του πληθυσμού υπολογίστηκε το 2002 σε 9,1 κατ. ανά τ. χλμ. Η αραιή πληθυσμιακή κάλυψη χαρακτήριζε ανέκαθεν αυτή τη γεωγραφική περιοχή, οι κάτοικοι της οποίας είχαν υπολογιστεί το 1910 σε 400.000. Η απογραφή του 1951, που συμπεριέλαβε όλες τις φυλές της επικράτειας, έδωσε ως αποτέλεσμα τον αριθμό των 759.000 κατ. Ύστερα από επανειλημμένες εκτιμήσεις, ο μέσος όρος του ετήσιου συντελεστή δημογραφικής ανάπτυξης καθορίστηκε πάνω από 2%. Σύμφωνα με υπολογισμούς του 2002, ο πληθυσμός ανήλθε στους 2.958.000 κατ. Αυτή η εντυπωσιακή αύξηση οφείλεται κυρίως στη μείωση του ποσοστού παιδικής θνησιμότητας -που άλλοτε ήταν 35%- χάρη στη βελτίωση των όρων διατροφής. Με εκτιμήσεις του ίδιου έτους, το προσδόκιμο ζωής ήταν τα 44,27 χρόνια για τους άνδρες και τα 51,24 χρόνια για τις γυναίκες. Περίπου τα τρία τέταρτα του συνολικού πληθυσμού της χώρας ζουν στην ύπαιθρο, σε οικισμούς, που κατά μέσο όρο συγκεντρώνουν 100-200 κατ. Οι μεγαλύτερες πληθυσμιακές πυκνότητες (49 κάτ. ανά τ. χλμ.) παρατηρούνται στη νοτιότερη λωρίδα της ακτής, καθώς και γύρω από την πρωτεύουσα (σε αυτές τις περιοχές υπολογίζονται περισσότεροι από 12.000 κάτ. ανά τ. χλμ.). Η πρωτεύουσα εξάλλου συγκεντρώνει σχεδόν το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού, ενώ, αντίθετα, αχανείς εκτάσεις του κεντρικού και βόρειου Κ. είναι σχεδόν ακατοίκητες. Γύρω από την Mπραζαβίλ των Ευρωπαίων έχουν δημιουργηθεί δύο μεγάλες συνοικίες μαύρων: η Mπακόνγκο και η Πότο-Πότο. Στη συνοικία Mπακόνγκο, που βρίσκεται στα Δ, οι κάτοικοι ανήκουν κυρίως στις φυλές Mπακόνγκο και Λάρι, ενώ η Πότο-Πότο συγκεντρώνει τους Mπόσι, που έχουν καταφθάσει από τις κεντρικές περιοχές της χώρας. Σε αυτές τις συνοικίες ανθεί και μια σχολή λαϊκής ζωγραφικής, που με στιλιζαρισμένες φόρμες απεικονίζει σκηνές της παραδοσιακής αλλά και της σύγχρονης αφρικανικής ζωής, αποδίδοντας την καλαισθησία και την ευαισθησία των αφρικανικών πληθυσμών. Από την άποψη αυτή ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η παραγωγή ξύλινων αγαλματιδίων, που χρησιμεύουν για φετίχ: η εύρεσή τους είναι σπάνια, και η απόκτησή τους είναι δυνατή μόνο με τη μεσολάβηση ορισμένων μάγων (νγκάνγκα). Στα βόρεια διαμερίσματα της χώρας ζουν λαοί με αξιοπρόσεκτα μορφικά χαρακτηριστικά. Το δέρμα τους είναι ανοιχτόχρωμο και ελαφρώς μπρούντζινο, το πρόσωπό τους πολύ λεπτό και κομψό και η μύτη τους ίσια. Κυρίαρχο στοιχείο των περιοχών που διαμένουν είναι το νερό, κατά συνέπεια το ψάρεμα αποτελεί την κύρια ασχολία τους. Πέρα από το μεγάλο δάσος, στα κεντρικά υψίπεδα, όπου το έδαφος είναι συνήθως αμμώδες, ξεκινά το βασίλειο της σαβάνας, η οποία ενίοτε καλύπτεται από θάμνους, άλλοτε όμως προσομοιάζει με στέπα. Σε αυτό το φυσικό περιβάλλον ζει ένας τύπος ανθρώπων εξαιρετικά ψηλών και ισχνών, με αξιοθαύμαστη φυσική αντοχή. Κοντά στα σύνορα με την Γκαμπόν είναι εγκατεστημένος ένας αγροτικός πληθυσμός, οι Mπακότα, οργανωμένος παραδοσιακά σε κοινωνία μητριαρχικού τύπου. Διατηρούν από αρχαιοτάτων χρόνων μία πρωτόγονη θρησκεία, που βασίζεται σε αγροτικές λατρευτικές τελετές και στη μαγεία. Η κοινωνική ζωή τους ρυθμίζεται από το επονομαζόμενο ντζόμπι, ένα φετίχ που ενσαρκώνεται σε ένα δέντρο και ορίζει όλα τα φαινόμενα και τις δραστηριότητές τους: τη δουλειά, τους γάμους, τις γεννήσεις, τις αρρώστιες, τον θάνατο κ.ά.Στα εδάφη του σημερινού Κ. δεν υπήρξαν ποτέ ανεπτυγμένοι αυτόχθονες πυρήνες, όπως συνέβη στις περιοχές της νότιας κονγκολέζικης λεκάνης και στη βόρεια Γουινέα. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος είναι το φαινόμενο της ολοκληρωτικής απουσίας αστικών κέντρων, έως την άφιξη των Ευρωπαίων. Η περίφημη περιγραφή της νότιας Αφρικής του Πιγκαφέτα (1591) αναφέρει ότι η περιοχή αυτή ήταν εντελώς ακατοίκητη. Οι πρώτοι αστικοί οικισμοί δημιουργήθηκαν απλώς ως εμπορικοί σταθμοί των Ευρωπαίων, για την εξυπηρέτηση του δουλεμπορίου. Οι πόλεις άρχισαν να αναπτύσσονται όταν το συνέδριο του Βερολίνου αποφάσισε την πολιτική διαίρεση της περιοχής. Τότε θεμελιώθηκε η Mπραζαβίλ και πολύ αργότερα ακολούθησε η ίδρυση της Πουάντ-Nουάρ. Η τελευταία το 1947 δεν αριθμούσε περισσότερους από 8.000 κατ., ωστόσο η μετέπειτα ανάπτυξή της ήταν τόσο ραγδαία ώστε χαρακτηρίστηκε ως πόλη-μανιτάρι, αποτελώντας τυπικό παράδειγμα του φαινομένου της ραγδαίας ανάπτυξης που παρατηρήθηκε και σε πολλές άλλες πόλεις της μεταποικιακής Αφρικής. Σημαντικότερα αστικά κέντρα της χώρας είναι (σε παρένθεση ο κατ' εκτίμηση πληθυσμός τους το 2002) η πρωτεύουσα Μπραζαβίλ (1.169.000 κάτ., βλ. λ.), η Πουάντ-Νουάρ (544.200 κάτ., βλ. λ.), η Λουμπόμο (89.900 κάτ.), η Ν'Καΐ (83.400 κάτ.), η Μοσέντιο (27.100 κάτ.) και η Ουέσο (22.900 κάτ.).Το Κ. είναι μια χώρα με πολλές οικονομικές δυνατότητες, καθώς διαθέτει γόνιμα εδάφη κατάλληλα για αγροτική εκμετάλλευση, δάση με περιζήτητες και πολύτιμες ποικιλίες ξυλείας, αξιόλογα κοιτάσματα ορυκτού πλούτου (κυρίως πετρελαίου), μεγάλο υδροηλεκτρικό δυναμικό και, τέλος, από γεωγραφική άποψη, βρίσκεται σε μια τοποθεσία ιδιαίτερα προνομιακή αναφορικά με το διαμετακομιστικό εμπόριο ανάμεσα στις χώρες του ισημερινού. Αμέσως μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, κύριο μέλημα της άρχουσας τάξης στάθηκε η εκπόνηση και η εφαρμογή ενός αναπτυξιακού προγράμματος, με στόχο την εναρμόνιση και τον συντονισμό των διαφόρων οικονομικών πρωτοβουλιών, έτσι ώστε να αμβλυνθούν οι ανισότητες της αποικιακής περιόδου. Η οικονομική πολιτική, υιοθετώντας σοσιαλιστικούς προσανατολισμούς, έθεσε ως στόχο τη δημιουργία ενός δημόσιου τομέα με επιχειρήσεις ηγετικού ρόλου στον γεωργικό, βιομηχανικό, εμπορικό και οικονομικό τομέα. Η απόλυτη σοσιαλιστική κατεύθυνση της οικονομίας από το 1970 και μετά -μια έκφραση της οποίας ήταν και η εθνικοποίηση της εταιρείας SIA-Congo, του μεγαλύτερου συγκροτήματος παραγωγής τροφίμων της χώρας- είχε ωστόσο αρνητική επίδραση στους τομείς των ιδιωτικών και ξένων επενδύσεων. Τα κεφάλαια των δυτικών χωρών μειώθηκαν, ενώ η βοήθεια από τα σοσιαλιστικά κράτη δεν επαρκούσε για τη διατήρηση του αναπτυξιακού ρυθμού στα προηγούμενα επίπεδα. Η καχεξία της κρατικής χρηματοδότησης αντιμετωπίστηκε εν μέρει από την εποχή που ξεκίνησε η παραγωγή πετρελαίου. Μολονότι η ύπαρξη πετρελαίου, γεωργικών προϊόντων (καφέ, ξυλείας κλπ.) και εξειδικευμένου προσωπικού δημιουργούν καλές συνθήκες για την οικονομία του Κ., η χώρα ωστόσο πάσχει από γραφειοκρατικές διαδικασίες και από την κρατική ανάμειξη σε πολλές από τις βιομηχανίες της χώρας. Το 2001 το ΑΕΠ ήταν 2.500 εκατ. δολάρια ΗΠΑ, με κατά κεφαλήν εισόδημα 900 δολάρια, ενώ ο πληθωρισμός ανερχόταν στο 3%. Υπάρχει σημαντική υποαπασχόληση του πληθυσμού. Η ενέργεια παράγεται κυρίως από υδροηλεκτρικούς σταθμούς. Ο τομέας του ορυκτού πλούτου και της βιομηχανίας είναι αρκετά ανεπτυγμένος. Το 1990 ξεκίνησε ένα πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και εκσυγχρονισμού των κρατικών υπηρεσιών, ενώ παράλληλα εφαρμόστηκαν μέτρα λιτότητας και προσφέρθηκαν κίνητρα για νέες ξένες επενδύσεις.Η γεωργία, που απασχολεί περίπου το 51% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, διενεργείται ακόμα κατά το μεγαλύτερο μέρος της με απαρχαιωμένα συστήματα. Συνήθως έχει τη μορφή καλλιεργειών αυτοσυντήρησης του ίδιου του γεωργού, χωρίς αξιώσεις σύγχρονης γεωργικής δραστηριότητας. Η έλλειψη κατάλληλης υποδομής καθώς και η αραιή διασπορά του σχετικά περιορισμένου πληθυσμού στο έδαφος της χώρας, αποτελούν πρόσθετο εμπόδιο στην ανάπτυξη μιας συστηματικής καλλιέργειας. Το μεγαλύτερο μέρος της γεωργικής παραγωγής (μανιόκα, αραβόσιτος, πατάτες και γλυκοπατάτες) απορροφάται από την εγχώρια κατανάλωση, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίζεται επάρκεια ειδών διατροφής στον πληθυσμό. Αντίθετα, οι εμπορικές καλλιέργειες που παράγουν γεωργικά προϊόντα προορισμένα κυρίως για εξαγωγές προέρχονται από μεγάλες οργανωμένες φυτείες, που λειτουργούν σύμφωνα με τα σύγχρονα συστήματα γεωργικής τεχνολογίας: παράγονται αραχίδες, σουσάμι, ζαχαροκάλαμο, καουτσούκ, καφές, κακάο, φοινικέλαιο. Τα δάση αποτελούν μία από τις σημαντικότερες πηγές πλούτου του Κ., αφού καλύπτουν το 61,7% της επιφάνειας του εδάφους του. Το 1992 η παραγωγή ξυλείας ξεπέρασε τα 3,5 εκατ. κ.μ.Γύρω από τις γεωργικές ζώνες καλλιέργειας μεγάλων φυτειών λειτουργούν κτηνοτροφικές μονάδες, στις οποίες εκτρέφονται ειδικές ράτσες βοοειδών. Η αλιεία, τέλος, παραμένει ανοργάνωτη και περιορίζεται σε μια ασήμαντη δραστηριότητα, παρά τον ενάλιο πλούτο των ακτών, που ευνοούνται από το ρεύμα του Mπενγκουέλα.Τα όρια του σημερινού Κ. αντιστοιχούν ακριβώς στα όρια της πρώην γαλλικής αποικίας του Μέσου Κ. και στην περιοχή κατοικούσαν ήδη από το 1000 μ.Χ. πληθυσμοί Μπαντού. Κατά την προαποικιακή εποχή τα εδάφη αυτά αποτελούσαν τμήμα του αχανούς βασιλείου του Λοάνγκο, που ανακάλυψε (1482) ο Ντιέγκο Καμ, ο πρώτος Ευρωπαίος εξερευνητής της περιοχής. Οι πρώτοι Ευρωπαίοι παρέμειναν αποκλειστικά στις παράκτιες ζώνες έως το 1875, χωρίς να προωθηθούν προς την ενδοχώρα. Μεταξύ 1875 και 1880, χάρη στον Γάλλο εξερευνητή Σαβορνιάν ντι Mπραζά που ανέπλευσε το ρεύμα του Oγκοουέ, άρχισε η εξερεύνηση και η διείσδυση στο εσωτερικό της περιοχής, που στις 3 Οκτωβρίου 1880 κατέληξε στη συμφωνία της γαλλικής προστασίας των εδαφών. Αργότερα, μεταξύ 1885 και 1887, μια σειρά συνθηκών που υπογράφηκαν από τη Γαλλία με τη Γερμανία, την Πορτογαλία και το Βέλγιο οροθέτησαν οριστικά τις γαλλικές κτήσεις σε σχέση με τις γειτονικές κτήσεις των άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων στην περιοχή. Στις 15 Νοεμβρίου 1910 το Κ. συμπεριελήφθη στην Ομοσπονδία της Γαλλικής Ισημερινής Αφρικής και αποτέλεσε το νοτιότερο τμήμα της. Όμως, την επόμενη χρονιά το έδαφός του διαιρέθηκε σε τρία τμήματα και επανενώθηκε σε ενιαία εδαφική έκταση το 1919. Μετά το δημοψήφισμα της 28ης Σεπτεμβρίου 1958, κατά το οποίο το Μέσο Κ. αποδέχθηκε το σύνταγμα που είχε προταθεί από τη Γαλλία, η επικράτεια πέρασε σε καθεστώς δημοκρατίας (που ανακηρύχθηκε επίσημα στις 28 Νοεμβρίου), απέκτησε αυτονομία στο πλαίσιο της γαλλο-αφρικανικής κοινότητας και, τέλος, απέκτησε (21 Νοεμβρίου 1959) τον πρώτο πρόεδρο δημοκρατίας στο πρόσωπο του Φιλμπέρ Γιουλού· μερικούς μήνες αργότερα, στις 15 Αυγούστου 1960, διακήρυξε την ανεξαρτησία του με την επίσημη ονομασία Δημοκρατία του Κ. Η εσωτερική ηρεμία δεν διήρκεσε πολύ· τον Αύγουστο του 1963 ο πρόεδρος Γιουλού ανετράπη έπειτα από πραξικόπημα, με το οποίο ανέλαβε την εξουσία ο Aλφόνς Mασεμπά-Nτεμπά και το Εθνικό Επαναστατικό Κίνημα. Ο νέος πρόεδρος εξασφάλισε αγαθές σχέσεις με τα σοσιαλιστικά κράτη ανά τον κόσμο, ειδικότερα με την Κίνα, και παραχώρησε νέο σύνταγμα στη χώρα (που επικυρώθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1963). Η εσωτερική πολιτική κρίση η οποία ακολούθησε τερματίστηκε το 1968 με την τοποθέτηση στην κορυφή της πολιτικής ηγεσίας ενός εθνικού επαναστατικού συμβουλίου, πρόεδρος του οποίου ορίστηκε ο επικεφαλής του στρατού, Mαριέν Nγκουαμπί. Ο Mαριέν Nγκουαμπί εγκαθίδρυσε ένα καθεστώς το οποίο χαρακτηριζόταν μαρξιστικό, αλλά παράλληλα διατήρησε στενές οικονομικές σχέσεις με τη Γαλλία. Η χώρα μετονομάστηκε σε Λαϊκή Δημοκρατία τον Ιανουάριο του 1970 με ένα και μόνο πολιτικό κόμμα, το Εργατικό Κόμμα. Ο Nγκουαμπί δολοφονήθηκε τον Μάρτιο του 1977 από υποστηρικτές του προηγούμενου προέδρου, γεγονός το οποίο είχε ως αποτέλεσμα την εκτέλεση του τελευταίου. Την εξουσία ανέλαβε στρατιωτική επιτροπή του κόμματος και μετά από έναν μήνα ο συνταγματάρχης Zακ-Zοακίμ Iχόμπι-Oπάνγκο τέθηκε επικεφαλής του κράτους. Τον Φεβρουάριο του 1979 ο Oπάνγκο και η στρατιωτική επιτροπή μεταβίβασαν τις εξουσίες τους στην κεντρική επιτροπή του κόμματος, στην οποία προέδρευε ο συνταγματάρχης Nτενίς Σασού-Nγκουεσό. Το 1981 υπεγράφη συμφωνία φιλίας και συνεργασίας με την ΕΣΣΔ. Έπειτα από τρία χρόνια (1984) ο Σασού-Nγκουεσό επανεξελέγη για δεύτερη πενταετή θητεία, αλλά οι συνεχείς διενέξεις ανάμεσα σε διάφορες εθνοτικές ομάδες και η κακή οικονομική κατάσταση της χώρας οδήγησαν σε αντιδράσεις στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Το 1989 ο Σασού-Nγκουεσό επανεξελέγη στην προεδρία για τρίτη φορά και στις εκλογές που πραγματοποιήθηκαν το μοναδικό ψηφοδέλτιο εγκρίθηκε με συντριπτική πλειοψηφία. Ο πρόεδρος Nγκουεσό ανακοίνωσε σχέδια για οικονομικές μεταρρυθμίσεις, τα οποία σηματοδότησαν την απομάκρυνση της χώρας από τη σοσιαλιστική πολιτική. Απελευθερώθηκαν πολιτικοί κρατούμενοι, ενώ πολλές δημόσιες επιχειρήσεις ιδιωτικοποιήθηκαν. Στα τέλη του 1990 η κυβέρνηση ανακοίνωσε την εισαγωγή πολυκομματικού συστήματος, με παράλληλο περιορισμό των εξουσιών του κυβερνητικού κόμματος. Ταυτόχρονα το κόμμα εγκατέλειψε τον μαρξισμό ως επίσημη ιδεολογία και πρότεινε συνταγματικές αλλαγές για τη νομιμοποίηση του πολυκομματισμού, ενώ το 1991 συγκλήθηκε εθνική συνδιάσκεψη για το μέλλον της χώρας. Η συνδιάσκεψη ανακοίνωσε τις προτάσεις για την αναθεώρηση του συντάγματος και ίδρυσε ανώτατο συμβούλιο της δημοκρατίας υπό την προεδρία του επισκόπου. Το ανώτατο συμβούλιο επανέφερε την ονομασία Δημοκρατία του Κ. για τη χώρα και ενέκρινε το νέο σύνταγμα. Στις αρχές του 1992 ορισμένες στρατιωτικές μονάδες στασίασαν στην πρωτεύουσα Mπραζαβίλ και ζήτησαν την επαναφορά των αξιωματικών που είχαν απομακρυνθεί καθώς και την καταβολή των μισθών τους. Ακολούθησε αναμέτρηση των στρατιωτικών με τους υποστηρικτές της κυβέρνησης και η κρίση τερματίστηκε με την παραίτηση του υπουργού Αμύνης. Το νέο σύνταγμα εγκρίθηκε με δημοψήφισμα, ενώ οι εκλογές διεξήχθησαν στα μέσα του 1992. Η Παναφρικανική Ένωση για την Κοινωνική Δημοκρατία αναδείχθηκε πρώτο κόμμα, τόσο για τη βουλή όσο και για τη γερουσία. Τον Αύγουστο ο ηγέτης της, Πασκάλ Λισουμπά, επικράτησε στις προεδρικές εκλογές και ανέλαβε πρόεδρος της χώρας. Ωστόσο το κόμμα του προέδρου μειοψηφούσε, ενώ την πλειοψηφία είχε ένας συνασπισμός κομμάτων. Ο Λισουμπά διέλυσε την εθνοσυνέλευση και προκήρυξε νέες εκλογές, στις οποίες η επονομαζόμενη Προεδρική ομάδα των κομμάτων κέρδισε την πλειοψηφία. Ο πρόεδρος Λισουμπά διόρισε νέο υπουργικό συμβούλιο με πρωθυπουργό τον πρώην πρόεδρο Oπάνγκο. Όμως ο ηγέτης του Κινήματος για τη Δημοκρατία και την Ανάπτυξη, Mπερνάρ Kολελάς, όρισε αντίπαλο υπουργικό συμβούλιο και αμφισβήτησε την κυβέρνηση. Η πολιτική κρίση είχε ως αποτέλεσμα να ξεσπάσουν σύντομα βίαιες συγκρούσεις ανάμεσα σε ένοπλες ομάδες, οι οποίες εκπροσωπούσαν την αντιπολίτευση, και σε ιδιαίτερες εθνοτικές ομάδες, με αποτέλεσμα ο πρόεδρος να κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Με τη μεσολάβηση του Οργανισμού Αφρικανικής Ενότητας και της Γαλλίας, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να επανεξεταστούν τα αποτελέσματα των εκλογών και με την επανάληψη των βουλευτικών εκλογών, τον Οκτώβριο του 1993, η Προεδρική Ομάδα διατήρησε την πλειοψηφία της. Στα τέλη του χρόνου, όμως, οι συγκρούσεις ανάμεσα σε ένοπλες οργανώσεις της αντιπολίτευσης και στις δυνάμεις ασφαλείας ήταν αιματηρές και χρειάστηκε η διεθνής μεσολάβηση προκειμένου να παύσουν οι συμπλοκές. Τον Φεβρουάριο του 1994 η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση ήρθαν σε συμφωνία για τη δημιουργία ουδέτερης ζώνης στα νότια προάστια της Mπραζαβίλ. Έπειτα από επτά μήνες έξι κόμματα της αντιπολίτευσης σχημάτισαν συμμαχία με επικεφαλής τον Σασού-Nγκουεσό. Η κυβέρνηση αντιμετώπισε απεργιακό κύμα και διαδηλώσεις φοιτητών και ο πρόεδρος Λισουμπά απάντησε στις αυξανόμενες διαμαρτυρίες κατηγορώντας γειτονικές χώρες ότι υπέθαλπαν τις ταραχές στο Κ. Στα τέλη του χρόνου, έπειτα από διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, συγκροτήθηκε επιτροπή για την επίβλεψη του αφοπλισμού των ένοπλων οργανώσεων της αντιπολίτευσης και στο πλαίσιο της συμφωνίας προβλεπόταν η ένταξη 2.000 μελών τους στον τακτικό στρατό της χώρας. Στις αρχές του 1995 η κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα αποκέντρωσης, ενώ παράλληλα αποφάσισε να συνεχίσει το πρόγραμμα σταθεροποίησης σε συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το 1996 ανακοινώθηκαν μέτρα για την αναδιοργάνωση του στρατού, που οδήγησαν σε νέες ταραχές από στρατιωτικούς, οι οποίοι βάσει των νέων ρυθμίσεων αφοπλίζονταν. Τα τέλη της δεκαετία του 1990 σημαδεύτηκαν από σοβαρότερες αναταραχές και εμφύλιες συγκρούσεις. Τον Ιούνιο του 1997 συγκρούστηκαν στην Μπραζαβίλ ένοπλες ομάδες που υποστήριζαν τον Σασού-Νγκουεσό από τη μια και τον πρόεδρο Λισουμπά από την άλλη· και οι δύο ήταν υποψήφιοι στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές του Ιουλίου. Μπροστά στην προοπτική γενίκευσης των ταραχών, η Γαλλία έστειλε 1.200 άνδρες για να βοηθήσουν στην ασφαλή αποχώρηση τουλάχιστον 6.000 ξένων κατοίκων της Μπραζαβίλ, κυρίως Γάλλων. Τον Οκτώβριο του 1997 οι δυνάμεις του Σασού-Νγκουεσό κατέλαβαν την Μπραζαβίλ και ο στρατός της Αγκόλα που τον συνέδραμε κατέλαβε την Πουάντ Νουάρ. Ο Λισουμπά ανατράπηκε και τη θέση του ανέλαβε ο Σασού-Νγκουεσό. Ωστόσο, ο πρώτος κίνησε δικαστικές διαδικασίες εναντίον της γαλλικής πετρελαϊκής εταιρίας Elf με την κατηγορία ότι υποκίνησε την ανατροπή του. Από τον Νοέμβριο του 1997 μέχρι τον Νοέμβριο του 1999 η χώρα σπαρασσόταν από εμφύλιες συγκρούσεις μεταξύ ένοπλων ομάδων, υποστηρικτών του πρώην πρωθυπουργού Κολεσάς και του επίσημου στρατού. Τελικά υπεγράφη άμεση κατάπαυση του πυρός, παράδοση των όπλων και γενική αμνηστία. Συγκροτήθηκε ένα μεταβατικό συμβούλιο, εκλεγμένο από ειδικό φόρουμ 1.420 εκλεκτόρων με συμμετοχή σχεδόν όλων των πολιτικών κομμάτων, έχοντας σκοπό την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας για μια περίοδο 3 ετών. Το 2000 ξεκίνησε η διαδικασία επιστροφής των προσφύγων στις εστίες τους. Τον Σεπτέμβριο του επόμενου έτους το μεταβατικό συμβούλιο έθεσε νέο σχέδιο συντάγματος σε εθνικό διάλογο. Πολλά κόμματα μποϊκόταραν τον διάλογο, υποστηρίζοντας ότι το προτεινόμενο σύνταγμα έδινε ακόμα περισσότερες εξουσίες στον πρόεδρο. Ο Λισουμπά καταδικάστηκε ερήμην σε 30 χρόνια φυλάκιση για προδοσία και κατασπατάληση δημόσιου χρήματος. Τελικά το σχέδιο εγκρίθηκε και τον Μάρτιο του 2002 διενεργήθηκαν οι νέες προεδρικές εκλογές, που ανέδειξαν νικητή τον Σασού-Νγκουεσό. Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα της χώρας διεθνοποιήθηκε, στις 7 Ιανουαρίου 2002, όταν η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας ανακοίνωσε ότι τουλάχιστον 24 άτομα στο Κ. βρήκαν τον θάνατο από τον ιό Έμπολα.Οι μορφές της παραδοσιακής λογοτεχνίας του Κ., είτε σε άλλες ιδιωματικές γλώσσες είτε σε γλώσσα λινγκάλα, η οποία περιλαμβάνει διάφορους τύπους τραγουδιών, διηγήσεων, παραμυθιών και μύθων, είναι ελάχιστα γνωστές, ενώ από την άλλη πλευρά δεν υπάρχει σύγχρονη καθιερωμένη λογοτεχνία στην τοπική γλώσσα. Η γαλλόφωνη λογοτεχνία εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1950, όταν η Γαλλία ακολούθησε μια πολιτική πολιτιστικής αφομοίωσης των πνευματικών ελίτ, που βρήκαν ένα βήμα έκφρασης στην επιθεώρηση Liaison (1950-59). Ο εθνικισμός, ωστόσο, έστρεψε τους συγγραφείς της χώρας προς την έρευνα και τη διαφύλαξη της τοπικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Το θέατρο, τόσο στα γαλλικά όσο και στη λινγκάλα, απέκτησε μεγάλη σημασία μετά την ανεξαρτησία, χάρη στη δημιουργία της Θεατρικής Ένωσης του Κ. (1963), αναδεικνύοντας συγγραφείς όπως τον Γκι Mενγκά (μυθιστοριογράφος, το έργο του οποίου Xρησμοί παρουσιάστηκε το 1969 στο Παρίσι), τον μυθιστοριογράφο Zαν Mαλόνγκα και τον ποιητή Ζεράλντ-Φελίξ Tσικάγια Oυ-Tαμσί. Ο Ζαν Mαλόνγκα (Jean Malonga, 1907-1985) εμφανίστηκε στον χώρο των γραμμάτων ως χρονογράφος του περιοδικού Αφρικανική Παρουσία (Présence Αfricaine). Τα μυθιστορήματα και τα εκτεταμένα αφηγήματά του αποτελούν μια επιτυχημένη προσπάθεια επιστροφής στη θεματολογία και στην ατμόσφαιρα της προφορικής λογοτεχνικής παράδοσης του Κ. Παρότι, όμως, ο Mαλόνγκα παρέμεινε πιστός στην παράδοση -ίσως επειδή άργησε αρκετά να γνωρίσει την ευρωπαϊκή φιλολογία και να δεχτεί τις επιδράσεις της- κατάφερε να της προσδώσει μια ανανεωτική πνοή και μια πρωτοτυπία. Η προσκόλλησή του στην προγονική παράδοση είναι τέτοια, που συχνά απουσιάζει από το έργο του η διδακτική πρόθεση, η οποία χαρακτηρίζει τα έργα σχεδόν όλων των άλλων Αφρικανών συγγραφέων. Στο πιο ενδιαφέρον μυθιστόρημά του, με τίτλο La Légende de M'Pfoumou ma Mazono (1954), σκιαγραφεί τη μορφή ενός ρομαντικού ήρωα, που συγκεντρώνει μέσα στο δάσος σκλάβους δραπέτες και ιδρύει μαζί τους μια ιδανική πολιτεία, στην οποία βασιλεύουν η αδελφοσύνη και η ισότητα. Ο Τσικάγια Ου Tαμσί (Tchicaya U Tam'si, 1931-1988) ήταν ένας από τους πιο αντιπροσωπευτικούς ποιητές της Αφρικής, που έγραψαν στη γαλλική γλώσσα. Μετά τη δημοσίευση αρκετών λυρικών συλλογών, έγινε δημοφιλής με το έργο του Eπιτομή (Épitomé, 1962), έμμετρη διήγηση των δεινών της χώρας του μέχρι την απόκτηση της ανεξαρτησίας της. Την ποίηση του Ου Tαμσί χαρακτηρίζει ένας συχνά δυσνόητος συμβολισμός, μέσα από τον οποίο ο αναγνώστης δύσκολα διακρίνει τα στοιχεία της λογοτεχνικής κληρονομιάς που ο ποιητής δανείζεται από την παράδοση. Άλλοι σημαντικοί συγγραφείς ήταν οι Φ. Mουανγκάσα, Π.Ζ. Λονό, Φ. Λουμπάκι, Ε. Mπουντζέκι Nτονγκέλα, Α. Λετεμπά-Aμπιλί, Μ. Mαλίντα και Μ. Ν'Nτεμπέκα. Το θέατρο αποτέλεσε πολύ συχνά βήμα διάδοσης νέων ιδεών, έχοντας σαφώς διδακτική πρόθεση καθώς και κριτική στάση απέναντι στις αφρικανικές, μετα-αποικιακές κοινωνίες. Αλλά και το διήγημα, διαυγές και καυστικό, καταγγέλλει την κατάχρηση εξουσίας και τη διαφθορά σε αυτές τις κοινωνίες. Η λογοτεχνική δραστηριότητα βρισκόταν σε πλήρη άνθηση, τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά, κατά τη δεκαετία του 1970 και του 1980, αναδεικνύοντας μια δημιουργική δύναμη και διάφορες χαρακτηριστικές τάσεις. Η πρώτη είναι η προτίμηση προς το μυθιστόρημα· η δεύτερη είναι η στράτευση των συγγραφέων, περισσότερο στο ηθικό παρά στο πολιτικό πεδίο, που διευρύνει την πάλη εναντίον της καταπιεστικής δικτατορικής εξουσίας, υποστηρίζοντας την ελευθερία του πνεύματος, χρησιμοποιώντας τον σαρκασμό, την ειρωνεία, την γκροτέσκο φάρσα και το παράλογο. Χαρακτηριστική τάση είναι επίσης η βαθιά προσήλωση στην προφορική παράδοση. Ανάμεσα στους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους συγκαταλέγονται οι Σ. Mπέμπα, Ε. Nτονγκάλα, Ζ. Tατί-Λουτάρ και Σ. Λάμπου Tάνσι, ενώ ιδιαίτερα αξιόλογοι ποιητές είναι οι Μαρί-Λεοντίν Tσιμπίντα, Αμελί Nενέ και Σεσίλ Mπικουμόν. Τέλος, σημαντικότερος δοκιμιογράφος θεωρείται ο Τ. Oμπένγκα.Μέσα από τις εκδηλώσεις της τέχνης διακρίνονται τέσσερις διαφορετικές αξιόλογες φυλετικές ομάδες στο Κ.: οι Mπακουέλε, οι Kουγιού, οι Mπατέκε και οι Mπαμπέμπε. Ιδιαίτερα διαδεδομένη ανάμεσα στους Mπακουέλε είναι η τέχνη της μάσκας, στην οποία χρησιμοποιείται ως κύριο διακοσμητικό στοιχείο το λευκό χρώμα. Η γραμμή τους είναι εξαιρετικά λιτή και παριστάνουν συνήθως ζώα, ειδικότερα γορίλες και αντιλόπες, ενώ άλλες είναι ανθρωπόμορφες με μεγάλα γυριστά κέρατα. Η χαρακτηριστική μάσκα Mπακουέλε έχει επίπεδο πρόσωπο, σε σχήμα καρδιάς, με σχιστά μάτια και μικρό μαύρο στόμα. Στα Β της συμβολής των ποταμών Σάνγκα και Κονγκού, στις όχθες του ποταμού Κουγιού, ζει η ομώνυμη φυλή. Η κύρια θεματογραφία αυτού του λαού στον τομέα της πλαστικής στρέφεται γύρω από τα ζώα, που αποτελούν το έμβλημα της φυλής, ειδικότερα το φίδι και τον πάνθηρα. Η ομάδα των Mπατέκε, που ζει στις συνοριακές ζώνες μεταξύ Κ. και Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, οφείλει κυρίως την καλλιτεχνική φήμη της στα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα φετίχ της, που λειτουργικά εξυπηρετούν σκοπούς μαγείας· παριστάνουν έντονα σχηματοποιημένες ανθρώπινες φιγούρες, με σκληρές και γωνιώδεις γραμμές. Το κεφάλι, στο οποίο ο καλλιτέχνης αφιερώνει τη μεγαλύτερη φροντίδα του, αναπαριστά συνήθως ένα πρόσωπο με εγχαράξεις και ένα μικρό προωθημένο μούσι. Στο στήθος ή στην κοιλιακή χώρα του γλυπτού ο καλλιτέχνης σκαλίζει μια μικρή κοιλότητα, όπου εναποτίθενται οι διάφορες προστατευτικές μαγικές ουσίες. Το φετίχ διακοσμείται επίσης με στολίδια από σίδερο, ξύλο, ύφασμα ή χόρτο. Μολονότι οι φιγούρες αυτές είναι αρκετά χονδροειδείς, συχνά διαθέτουν μια εκπληκτική εκφραστική δύναμη, καθιστώντας τα φετίχ μια πραγματικά αξιόλογη καλλιτεχνική μαρτυρία. Εκτός από τα φετίχ, άλλωστε, αλλά σε πολύ μικρότερο αριθμό, οι Mπατέκε έχουν να επιδείξουν και εξαιρετικές μάσκες χορού, φιλοτεχνημένες σε δύο διαστάσεις και σε τετράγωνο σχήμα. Αυτές οι μάσκες είναι διακοσμημένες με πολύχρωμα γεωμετρικά μοτίβα, που αποδίδουν αφαιρετικά τα χαρακτηριστικά του ανθρώπινου προσώπου δημιουργώντας ένα ωραίο αισθητικό αποτέλεσμα. Γείτονες των Mπατέκε είναι και οι Mπαμπέμπε, που ως δείγματα της καλλιτεχνίας τους έχουν να επιδείξουν μερικά ξυλόγλυπτα ειδώλια. Πρόκειται συνήθως για μικρές φιγούρες, γυναικείες και ανδρικές, που χαρακτηρίζονται από μια ιδιότυπη γεωμετρική διακόσμηση στον κορμό τους, η οποία παριστάνει τις εγχαράξεις με τις οποίες στολίζουν συνήθως οι ίδιοι το κορμί τους. Όταν οι φιγούρες χρησιμοποιούνται ως φετίχ, φέρουν μια ειδική νωτιαία κοιλότητα, μέσα στην οποία εναποτίθενται οι απαραίτητες μαγικές ουσίες. Τέλος, εκτός από τα καλλιτεχνήματα των τεσσάρων αυτών ομάδων, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι μάσκες των Mπακότα (καθώς και των γειτονικών τους λαών), που είναι επίπεδες και καλύπτονται εξ ολοκλήρου από ορειχάλκινες πλάκες. Αξιόλογες είναι και οι φημισμένες μυστηριώδεις λευκές μάσκες των Mπονγκουέ του ποταμού Oγκοουέ, από τις οποίες ξεχωρίζουν τα κατάμαυρα μάτια και μαλλιά τους, καθώς και τα κατακόκκινα χείλη τους.Σύμφωνα με το Αρχείο Ομογενειακών Οργανώσεων, ο αριθμός των Ελλήνων που ζούσαν στο Κ. το 2001 ανερχόταν σε 10. Σχηματοποιημένο αλλά πολύ εκφραστικό φετίχ της φυλής των Μπατέκε. Χαρακτηριστικό ξύλινο κονγκολέζικο προσωπείο, με ιδιόρρυθμη διακόσμηση και αρκετά απλοποιημένο σχήμα (Μουσείο Πιγκορίνι, Ρώμη). Μάσκα χορού των Μπακουέλε με επίπεδο πρόσωπο, σε σχήμα καρδιάς. Ο Ντένις Σασού-Νγκουεσό ανέλαβε για πρώτη φορά την προεδρία της χώρας το 1979, ως διάδοχος του Ιχόμπι-Οπάνγκο και επανεξελέγη τρεις φορές στο ίδιο αξίωμα? στις εκλογές που πραγματοποιήθηκαν τον Μάρτιο του 2002 αναδείχθηκε και πάλι πρόεδρος της Δημοκρατίας του Κονγκό (φωτ. ΑΠΕ). Ο Πασκάλ Λισουμπά διετέλεσε πρόεδρος της χώρας από τον Αύγουστο του 1992 έως τον Οκτώβριο του 1997 (φωτ. ΑΠΕ). Άποψη του λιμανιού της Πουάντ Νουάρ, κέντρου μεταφοράς ορυκτών, που συνδέεται σιδηροδρομικά με την πρωτεύουσα του Κονγκό Μπραζαβίλ. Παρέλαση νεολαίας στους δρόμους της Μπραζαβίλ. Η εκμετάλλευση των δασών αποτελεί μεγάλη πλουτοπαραγωγική πηγή για το Κονγκό. Πετροχημικό εργοστάσιο κοντά στην πρωτεύουσα Μπραζαβίλ. Αεροφωτογραφία της πρωτεύουσας Μπραζαβίλ· διακρίνεται η συνοικία Πότο-Πότο, όπου, παρά την προσθήκη μερικών σύγχρονων «ευρωπαϊκών» κτιρίων, διατηρείται ο ιθαγενής χαρακτήρας. Χαρακτηριστικός τύπος του κονγκολέζικου πληθυσμού. Οι φυλές που αποτελούν τον πληθυσμός της Δημοκρατίας του Κονγκό ξεπερνούν τις πενήντα (φωτ. ΑΠΕ). Δύο υποσιτισμένα παιδιά του Κονγκό. Παιδιά του Κονγκό κατά τη διάρκεια μαθήματος. Κονγκολέζος εξορκιστής· το πρόσωπο αυτό, κάτι μεταξύ ιερέα και μάγου, είναι ένας «μεσολαβητής» που καταφέρνει να εξευμενίζει τα πνεύματα τα οποία ρυθμίζουν όλη την οικογενειακή και κοινωνική ζωή του Κονγκό και να εξασφαλίζει τη βοήθειά τους. Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Κονγκό Συμβατική ονομασία: Κονγκό-Μπραζαβίλ Παλαιότερη ονομασία: Γαλλικό Κονγκό (1910-60) / Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (1960-91) Έκταση: 324.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 2.958.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπραζαβίλ (1.169.000 κάτ. το 2002)

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Κονγκό, Λαϊκή Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό Συμβατική ονομασία: Κονγκό Κινσάσα Παλαιότερη ονομασία: Βελγικό Κονγκό (1908 60) / Ζαΐρ (1971 98) Έκταση: 2.345.410 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.861.100 κάτ. (2003) Πρωτεύουσα: Κινσάσα (6.541.300 κάτ. το… …   Dictionary of Greek

  • Κεντροαφρικανική Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κεντρικής Αφρικής Παλαιότερες ονομασίες: Oυμπανγκί Σαρί (έως το 1960) / Κεντροαφρικανική Αυτοκρατορία (1976 79) Έκταση: 622.984 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.986.400 κάτ. (2003) Πρωτεύουσα: Μπανγκί (669.800 κάτ. το… …   Dictionary of Greek

  • Βελγικό Κονγκό — Παλαιότερη ονομασία του αφρικανικού κράτους που σήμερα αποτελεί τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (βλ. λ.) …   Dictionary of Greek

  • Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… …   Dictionary of Greek

  • Αγκόλα — Κράτος της ΝΔ Αφρικής.Συνορεύει στα Β και ΒΑ με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαϊρ), στα Α με τη Ζάμπια, στα Ν με τη Ναμίμπια, ενώ Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Η Α. εκτείνεται στα νότια της λεκάνης του ποταμού Κονγκό στη ΝΔ Αφρική …   Dictionary of Greek

  • Ζάμπια — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ζάμπια Έκταση: 752.614 τ. χλμ Πληθυσμός: 10.285.631 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Λουσάκα (1.318.000 κάτ. το 2002)Κράτος της νοτιοκεντρικής Αφρικής. Συνορεύει Β με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και την Τανζανία, Α με… …   Dictionary of Greek

  • Καμερούν — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Καμερούν Έκταση: 475.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 16.184.748 (2002) Πρωτεύουσα: Γιαουντέ (1.154.400 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Στα Β οριοθετείται από τη λίμνη Τσαντ, στα Α συνορεύει με το Τσαντ και την… …   Dictionary of Greek

  • Γκαμπόν — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκαμπόν Έκταση: 267.667 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.308.500 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Λιμπρεβίλ (541.000 κάτ. το 2002)Κράτος της βορειοδυτικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Ισημερινή Γουινέα και το Καμερούν, Α και Ν με τη… …   Dictionary of Greek

  • Καμπίντα — (Cabinda). Θύλακος της Αγκόλα, στις δυτικές ακτές της Αφρικής, ο οποίος αποτελεί διοικητική περιφέρεια (7.239 τ. χλμ., 199.000 κάτ.). Συνορεύει Β με τη Δημοκρατία του Κονγκό, Ν και Α με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ενώ Δ βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • Ουγκάντα — Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με το Σουδάν, Α με την Κένυα, Δ με τη Δημοκρατία του Κονγκό· Ν ορίζεται κατά μεγάλο μέρος από τη λίμνη της Βικτόριας και μόνο στο δυτικό τμήμα συνορεύει με την Τανζανία και με τη Ρουάντα.Η Ο. (η ονομασία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”